Τεχνίτης χοιροτροφίας
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η Ελληνική αγροτική παραγωγή χαρακτηρίζεται από μια ανισομερή ανάπτυξη φυτικής και ζωικής παραγωγής όπου η ζωική συμμετέχει με ποσοστό περίπου 30% έναντι 70% της φυτικής στο Α.Ε.Π. του αγροτικού τομέα, πράγμα αρνητικό για την αγροτική οικονομία στο σύνολο της.
Η Ελληνική χοιροτροφία είναι δημιούργημα των τελευταίων 30–35 χρόνων και αποτελεί έναν από τους πλέον σημαντικούς κλάδους της κτηνοτροφίας της χώρας μας, δεδομένου ότι παράγει το 27-28% περίπου της συνολικής παραγωγής κρέατος.
Η κατ’ άτομο ετήσια κατανάλωση ανέρχεται στα επίπεδα των 28,4 kg (2006), ενώ στην Ε.Ε. ανέρχεται στα 44 kg. Ο βαθμός αυτάρκειας είναι της τάξεως του 40%, με τάση μείωσης, ενώ η ΕΕ είναι αυτάρκης μέχρι πλεονασματική(100-103%).
Η Ελληνική χοιροτροφία μεταπήδησε από την παραδοσιακή (οικόσιτη και αγελαία) στη βιομηχανική – συστηματική μορφή. Ο εγχώριος πληθυσμός αντικαταστάθηκε σταδιακά από ζώα υψηλής παραγωγής – ευρωπαϊκής κυρίως -προέλευσης.
Η αύξηση της παραγωγής υπήρξε εντυπωσιακή. Από 18.000 τόνους το 1960, έφθασε τους 152.000 τόνους τη 10ετία του 1980 ενώ σήμερα η ετήσια παραγωγή ανέρχεται σε 128.000 τόνους. Η κατ’ άτομο ετήσια κατανάλωση χοιρινού κρέατος το 1960 ήταν 3,5 kg και σήμερα, όπως προαναφέρθηκε, οκταπλασιάστηκε. Η εντυπωσιακή αυτή αύξηση στην παραγωγή χοιρινού κρέατος οφείλεται τόσο στην ιδιωτική πρωτοβουλία όσο και στη συμβολή της πολιτείας. Η βελτίωση της παραγωγικότητας της Ελληνικής χοιροτροφίας υπήρξε επίσης εντυπωσιακή. Από 984 kg χοιρινού κρέατος ανά χοιρομητέρα και έτος το 1994 έφτασε σήμερα στα επίπεδα των 1.400 kg, ωστόσο μπορεί να φαίνεται ότι υπολείπεται των ζωοτεχνικά αναπτυγμένων χωρών της ΕΕ(π.χ. ∆ανία, Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία, 1.755 kg, 1.739 kg, 1.724 kg και 1.513kg ) όμως πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στην Ελλάδα σφάζονται και μικρά χοιρίδια γάλακτος τα οποία μειώνουν το συνολικό βάρος ανά χοιρομητέρα.